Πτερύγιο: Μια καλοήθης υπερπλασία

Τι ακριβώς είναι το πτερύγιο;

Το πτερύγιο είναι μια καλοήθης υπερπλασία του επιπεφυκότα (τριγωνικό στρώμα ινοαγγειακού ιστού), που επεκτείνεται και εφιππεύει τον κερατοειδή. Εμφανίζεται συνήθως στην έσω γωνία του ματιού (ρινικά), καλύπτοντας τον άσπρο (σκληρό) χιτώνα του ματιού. Αναπτύσσεται αργά και όταν μεγαλώσει, εκτός από την αντιαισθητική του πλευρά, μπορεί να προκαλέσει και προβλήματα στην όραση. Ο οφθαλμίατρος θα εντοπίσει ένα πτερύγιο με την μακροσκοπική εξέταση των οφθαλμών και θα ενεργήσει βιομικροσκόπηση με σχισμοειδή λυχνία για να διερευνήσει επακριβώς τη διαταραχή.

Ποια είναι τα σημαντικότερα αίτια της διαταραχής;

Δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως τα αίτια που προκαλούν το πτερύγιο. Ωστόσο αυτή η αλλοίωση του επιπεφυκότα οφείλεται κυρίως σε αυξημένη έκθεση στον ήλιο (υπεριώδης ακτινοβολία), στην ξηρασία και στη σκόνη. Εμφανίζεται πιο συχνά λοιπόν σε ανθρώπους που έχουν ζήσει σε θερμό, σκονισμένο περιβάλλον ή έχουν εργαστεί σε εξωτερικούς χώρους για πολλά έτη. Δεν είναι καρκίνος.

Ποια συμπτώματα προκαλεί το πτερύγιο;

Σε πρώιμα στάδια, το πτερύγιο είναι ασυμπτωματικό και δεν δημιουργεί προβλήματα στην όραση. Καθώς όμως μεγαλώνει, δημιουργείται ερεθισμός της επιφάνειας του οφθαλμού και υπάρχει αίσθηση ξένου σώματος με ενοχλήσεις και κνησμό. Σε προχωρημένα πια στάδια, και καθώς εισχωρεί στην επιφάνεια του κερατοειδούς και προς την κόρη, δημιουργείται αστιγματισμός και η όραση μπορεί να παραμορφωθεί – θολώσει. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις υπάρχει πιθανότητα να δημιουργηθεί σκίαση στον οπτικό άξονα, στο σημείο δηλαδή που χρησιμοποιούμε για να δούμε, καθώς υπάρχει παρεμβολή από τη μάζα του πτερυγίου. Τέλος, είναι ικανό να δημιουργήσει κερατοειδικές παραμορφώσεις (σε προχωρημένο στάδιο).

Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το πτερύγιο;

Σε αρχικά στάδια, τα λιπαντικά σκευάσματα όπως αλοιφές, κολλύρια και τεχνητά δάκρυα, καθώς και ήπια αντιφλεγμονώδη, είναι σε θέση να βοηθήσουν τα συμπτώματα, όπως ο ελαφρύς ερεθισμός, η ερυθρότητα και η αίσθηση ξένου σώματος. Για τα πτερύγια προχωρημένης μορφής επιλέγεται η χειρουργική επέμβαση αφαίρεσης – απόξεσης του υπερπλαστικού ιστού, κυρίως για κοσμητικούς και αισθητικούς λόγους ή γιατί μπορεί να επηρεάζεται η όραση. Η επέμβαση κρατάει περίπου 20 λεπτά υπό τοπική αναισθησία και ο ασθενής δεν πονάει.

Η επέμβαση ολικής αφαίρεσης συνδυάζεται συχνά με τη χρήση των παραπάνω σκευασμάτων – ουσιών, μειώνοντας τον κίνδυνο επανεμφάνισης, καθώς και με τη χρήση αμνιακής μεμβράνης στο τέλος της επέμβασης. Η αμνιακή μεμβράνη αποτελεί ένα φυσικό θρεπτικό επίδεσμο στην περιοχή και εφαρμόζεται για λίγα 24ωρα, μέχρι την απορρόφησή της, από έναν φακό επαφής χωρίς βαθμούς, που τοποθετείται από τον οφθαλμίατρο με το πέρας της επέμβασης.

Σε περιστατικά υψηλού βαθμού δυσκολίας, ένα κομμάτι του επιπεφυκότα κάτω από το άνω βλέφαρο μπορεί να χρειαστεί να αφαιρεθεί και να μεταμοσχευτεί επάνω στον γυμνό σκληρό χιτώνα. Χρησιμοποιούνται ράμματα που αφαιρούνται συνήθως μετά από 2 εβδομάδες. Ο οφθαλμός θα πρέπει να καλύπτεται με ένα οφθαλμικό κάλυμμα για τις πρώτες 24 ώρες.

Ποια είναι τα μετεγχειρητικά αποτελέσματα;

Μετεγχειρητικά το αισθητικό αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικό. Σημειώνεται πως, παρά τη σωστή χειρουργική αφαίρεση, είναι εφικτό σε κάποιες περιπτώσεις το πτερύγιο να υποτροπιάσει, κυρίως σε άτομα νεαρής ηλικίας. Για την αποφυγή υποτροπών γίνεται κατάλληλη εφαρμογή φαρμακευτικής αγωγής και πρέπει να περιοριστούν οι συνθήκες που μπορεί να το προκαλέσουν. Ο οφθαλμός ενδέχεται να είναι ερεθισμένος για λίγες μέρες. Χορηγούνται παυσίπονα για την ύφεση πιθανού άλγους τα πρώτα 24ωρα και οφθαλμικές σταγόνες για περίπου 2 εβδομάδες. Το σημαντικότερο κέρδος της επέμβασης είναι η αποκατάσταση της όρασης.